Πέμπτη 2 Φεβρουαρίου 2017

Το μη χοίρων βέλτιστον;!

Η πρόσφατη έκδοση του βιβλίου του Hans Eideneier "Μεσαιωνικές Ιστορίες Ζώων" με ωθεί να εκφράσω εδώ κάποιες σκέψεις σχετικά με τον ρόλο του χοίρου στην "Διήγηση των Τετραπόδων" (εκείνο δηλαδή από τα δύο υστεροβυζαντινά ποιήματα του βιβλίου -- το άλλο είναι ο "Πουλολόγος" -- που με απασχόλησε πέραν του μετρίου στο παρελθόν). Η κύρια ιδέα βασίζεται σε μία νύξη στο άρθρο του Ulrich Moening "Ρητορική και Διήγησις των τετραπόδων ζώων" ("Πρώιμη Νεοελληνική Δημώδης Γραμματεία", Βικελαία Δημοτική Βιβλιοθήκη, Ηράκλειο, 2012, σελ. 573-590).

Απαντώντας λοιπόν στις καυχησιολογίες του λαγού και του ελαφιού σχετικά με την χρησιμότητα τους στον άνθρωπο, ειδικότερα για την νοστιμιά του κρέατος των (στίχοι 296-300 και 340-343, αντίστοιχα), ο χοίρος επαινεί το κρέας του δια μακρών (στίχοι 363-383), ισχυριζόμενος μάλιστα στο τέλος ότι ... προστίθεται πάντα και λίγο χοιρινό, δίκην καρυκεύματος και χάριν αρώματος, όταν μαγειρεύεται κρέας λαγού ή ελαφιού:


Και όταν ψήνουσιν ποτέ τα ιδικά σας κρέη,

προσβάλλουσιν εκ το εμόν όπως να τα αρτύση,

χωρίς εμού ουδεμιάν έχουσι μυρωδίαν. 

Το μόνο άλλο ζώο που παινεύει κάπως το κρέας του είναι το πρόβατο (στίχοι 474-477), που εκδιώκει τον βορβοροκυλισμένο χοίρο από την σκηνή κατηγορώντας τον για κανιβαλισμό και ρυπαρότητα (στίχοι 436-449), επισημαίνοντας του στο τέλος

Και συ ποιείς την ψήφον σου και την υπόληψιν σου 

με ζώα καθαρώτατα, αμίαντα παράπαν. 


Απευθύνει λοιπόν το πρόβατο -- και το ποίημα -- σαφείς κατηγορίες κατά του χοίρου για ακαθαρσία, και, κατ' επέκταση, για ακαταλληλότητα του κρέατος του. Βεβαίως τέτοιες κατηγορίες είναι αναγκαίες για την αλληλοδιαδοχή των ζώων στην σκηνή και τη ροή του ποιήματος -- ο σκύλος κατηγορείται από την αλεπού για ψώρα, το άλογο από τον γάιδαρο για άθλια γεράματα, κοκ -- αλλά θα μπορούσαν κάλλιστα να αντανακλούν και κάποιες ανθρώπινες/θρησκευτικές δοξασίες...

Πολύ μεγαλύτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει η προτίμηση του συγγραφέα για το χοιρινό κρέας, ιδίως όταν αυτή συνδυασθεί με την μεγάλη έμφαση στα εκκλησιαστικά καθήκοντα του χοίρου: οι τρίχες του χρησιμοποιούνται -- αντί του βασιλικού των Ορθοδόξων -- από τα φραγκοπαπαδούρια στις αγιαστούρες τους (384-388), καθώς, όπως ειρωνικά ΙΣΩΣ επισημαίνει ο χοίρος,

και την βορβοροκύλισιν ποσώς ουκ ενθυμούνται

και από τους αγιογράφους (392-401) για οίκους φοβερούς και ναούς εξηρημένους

και τας εικόνας τας σεπτάς τας σεβοπροσκυνούσι

τα γένη των χριστιανών εις άπαντα τον κόσμον 

Βεβαίως και το μαλλί του προβάτου χρησιμοποιείται για διάφορα εκκλησιαστικά ρούχα (503-508), και το βουβαλίσιο τυρί το χρώνται οι ηγούμενοι εις τα μονόκυθρα των (600), και τα οστά του ελέφαντα ποιούν και δοκανίκια γλυπτά, τορνοεμφωλευμένα εκκλησιαστικών ηγετών (917-919). Όμως η σύγκριση είναι μάλλον συντριπτική: ο χοίρος είναι τελικά το πιο Χριστιανικό ζώο της Διήγησης! 

Συνδυάζοντας λοιπόν την νοστιμιά του χοιρινού με την 'ευσέβεια' του χοίρου, εύκολα μπαίνουμε στον πειρασμό να αναρωτηθούμε: ΜΗΠΩΣ ο συγγραφέας θέλει να τονίσει πως οι Χριστιανοί τρώνε χοιρινό, ή ακόμη και να στηλιτεύσει την απαγόρευση κατανάλωσης χοιρινού από Εβραίους και Μουσουλμάνους;

Το δεύτερο ερώτημα είναι καίριο, ειδικά επειδή δεν φαίνεται να έχουμε παραδείγματα αναφορών στις διατροφικές συνήθειες των αλλοθρήσκων στην υστεροβυζαντινή γραμματεία και παράδοση! (Δεν αναφέρεται για παράδειγμα κάτι σχετικό στην μελέτη του Hesham M. Hassan "Ο χοίρος στην Αραβική Γραμματεία".) Θα μπορούσαν τα αποσπάσματα του χοιρινού μονόλογου που αναφέρθηκαν παραπάνω να αποτελούν εσκεμμένο όσο και συγκεκαλυμμένο σαρκασμό Εβραίων και Μουσουλμάνων;

Τους Εβραίους σίγουρα δεν τους 'φοβάται' ο ποιητής, αφού χρησιμοποιεί, αδέξια, μία υποτιμητική παροιμία (Εβραίος όζει και βρωμεί και όλη του η θήκη) στον στίχο 424: την παροιμία αυτή εκστομίζει το πρόβατο κατά του χοίρου, παρομοιάζοντας -- όπως κάποτε μας επεσήμανε ο αείμνηστος Τάσος Καραναστάσης -- τις βρωμερές συνήθειες των γουρουνιών με την χρήση απορριμάτων σκύλων από τους παραδοσιακά Εβραίους βυρσοδέψες του Βυζαντίου. (Βλέπε σχετικά και αποθηκάριν του Μωσέ γεμάτο σκυλινέαν (για τον πελεκάνο και τον 'σάκκο' του) στον στίχο 55 του "Πουλολόγου", και, γενικότερα, "An Entertaining Tale of Quadrupeds", σελ. 307-309.)

Με τους Μουσουλμάνους τα πράγματα δεν είναι και τόσο ξεκάθαρα: όπως αναλύουμε με τον Νίκο Νικολάου (Nick Nicholas) στο βιβλίο μας που μόλις ανέφερα παραπάνω, είναι αρκετά απίθανο για τον συγγραφέα της "Διήγησης" να έζησε από κοντά τους Μουσουλμάνους ώστε να αισθάνεται την ανάγκη να καυτηριάσει, έστω και συγκεκαλυμμένα, την αποχή τους από την κατανάλωση χοιρινού κρέατος, και τα ίδια ισχύουν και για το ακροατήριο του. Πράγματι, οι μόνες άμεσες αναφορές σε Μουσουλμάνους αφορούν τα υψηλά και μεγαλοπλουμάτα σάκτια όπου και ο σουλτάνος κάθεται και όλοι οι αμιράδες, φτιαγμένα από το μαλλί του προβάτου (493-494), και ανάλογα προϊόντα που χρησιμοποιούν οι σουλτάνοι, οι άρχοντες, οι ευγενείς, μεγάλοι αμιράδες, φτιαγμένα από το δέρμα του πάρδου, που εκεί γαρ όπου ευρεθή, ψύλλος εκεί ου στέκει (878-882). Αξιοσημείωτα, οι σουλτάνοι και οι εμίρηδες του προβάτου και του πάρδου είναι πιθανότερο να είναι Αιγύπτιοι παρά Οθωμανοί (βλέπε και τα σαρπούζια και ζαρκούλια του στίχου 512 και "Tale", σελ. 60-66 & σελ. 314-317). Ένα ακόμη στοιχείο που ΙΣΩΣ δείχνει ότι οι Μουσουλμάνοι ήταν, ακόμη, απόμακροι, είναι η αναφορά του προβάτου σε απλώς και πάσα γενεά, Ρωμαίοι τε και Φράγκοι (495) ... αμέσως μετά την αναφορά σε Μουσουλμάνους ηγέτες που ήδη αναφέραμε (494): δεν εκπλήσσει, εν όψει τέτοιων εσωτερικών αντιφάσεων, η μετατροπή του στίχου 494 σε ο βασιλεύς δε κάθεται και όλοι οι μεγιστάνοι από τον αντιγραφέα του χειρογράφου L της "Διήγησης" ... εν έτει 1625! (Δεν μπορούμε βέβαια να ξέρουμε αν η αλλαγή έγινε χάριν εσωτερικής συνέπειας του ποιήματος ή λόγω αντίθεσης προς τους κυρίαρχους πλέον Οθωμανούς ... ειδικά επειδή απουσιάζουν από το χειρόγραφο L οι στίχοι 865-896, συνεπώς και η μόνη άλλη άμεση αναφορά (878-882) του ποιήματος σε Μουσουλμάνους.)

Σε ένα γενικά 'ασαφές' και ενδεχομένως 'απολιτικό' ποίημα λοιπόν, όπου ακόμη και ο αντικαθολικισμός είναι αμφίβολος, θα ήταν παρακινδυνευμένο να υποστηρίξει κανείς ότι ο χοίρος είναι εργαλείο αντιμουσουλμανικής ή και αντιεβραϊκής προπαγάνδας ... όσο ελκυστικός και αν είναι ο συνδυασμός 'ευσέβειας' του χοίρου (384-388, 392-401) με την εξύψωση του χοιρινού (363-383) που ήδη επισημάναμε. (Αυτό παρά το γεγονός ότι, με εξαίρεση το μαλλί του προβάτου (483-512), καμία άλλη χρήση φυτοφάγου ζώου δεν συγκρίνεται σε μήκος με τα μαγειρέματα και παρασκευάσματα που αναφέρει ο χοίρος.)

Είναι λοιπόν πολύ πιθανότερο ο μονόλογος του χοίρου να είναι εκεί απλώς για να συμβάλει στο κέφι του ακροατηρίου, ακόμη και να ανοίξει την όρεξη των ακροατών για κάποιους μεζέδες που θα σερβίρονταν μαζί με το κρασί κατά την διάρκεια πιθανών απαγγελιών του ποιήματος. Ανάλογες σκέψεις μπορούν να γίνουν για άλλα σημεία της "Διήγησης": για παράδειγμα, ο εις βάρος του όνου Αισώπειος μύθος για το απανωγόμιν (689-739) που απαγγέλλει ο ίππος, έχει απλώς κωμικό χαρακτήρα ή πρόκειται για μια πρωτόγονη συζήτηση εργατικών δικαιωμάτων;

Όπως και να έχει, ο χοίρος -- πιο κοντά στον αγριόχοιρο παρά στο οικόσιτο γουρούνι -- είναι μάλλον το πιο ενδιαφέρον ζώο της "Διήγησης", καθώς η απρόοπτη προειδοποίηση για το κατά τα άλλα 'στιλβωτικό' δόντι του, έχω το ως άρμα δυνατόν εις τον καιρόν της μάχης (405), υλοποιείται στο τέλος του ποιήματος: ο αμφιβόλου καθαρότητας, ταυτότητας, και χορτοφαγίας χοίρος συμβάλλει αποφασιστικά στην 'επαναστατική' νίκη των φυτοφάγων, ξεκοιλιάζοντας άρκο και λεοντόπαρδο (1053-1057)!